Ο… μύθος του Κορυδαλλού

Αν κάποιος δηλώσει ότι μένει στον Κορυδαλλό, την αμέσως επόμενη στιγμή ίσως ακούσει ένα παλιό αστείο: «Μέσα ή έξω;». Φυσικά, το προάστιο του Πειραιά δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τις φυλακές του, αλλά και από ορισμένες πτυχές που κάνουν την καθημερινότητά του αξιοβίωτη με το παραπάνω: οι αρκετές πλατείες, οι ελεύθεροι χώροι, η χαμηλή κατά τόπους δόμηση είναι μερικές από αυτές (φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ).

Όταν επισκέπτεσαι για πρώτη φορά μια περιοχή, ένα από τα μικρά σφάλματα που μπορείς να διαπράξεις είναι να τη στριμώξεις σε όσα στερεοτυπικά ξέρεις για αυτήν, να την ταυτίσεις με τα διαδεδομένα χαρακτηριστικά της, να την κόψεις στα μέτρα του κοινού νου ή και στα δικά σου. Στην περίπτωση του Κορυδαλλού, το πράγμα περιπλέκεται ήδη από τα χρόνια της μυθολογίας.

Γιατί πολύ πριν από τη μεταπολεμική ανάπτυξή του, αιώνες προτού ονομαστεί προσωρινά «Κουτσικάρι» από τον ομώνυμο μεγαλοκτηματία του 19ου αιώνα και όταν ακόμα δεν το είχε αναφέρει ο λόγιος κληρικός Θεόφιλος ο Κορυδαλλεύς, σε ετούτο το προάστιο του Πειραιά λέγεται ότι κατοικούσε ένας τύπος που ήξερε καλά από κοψίματα και τραβήγματα: ο Προκρούστης.

Σήμερα, η καθημερινότητα των κατοίκων του Κορυδαλλού φαίνεται πιο φιλική, πιο ζεστή. Ειδικά το «ζεστή» το αντιλαμβάνεσαι τέτοιες μέρες, λίγο αφότου αναδυθείς από τον ολοκαίνουριο σταθμό του μετρό, στην επιφάνεια της πλατείας Ελευθερίας. Με το πλάτος της, με τα σχετικά χαμηλά κτίριά της, μοιάζει λες και έχει τον μεσημεριανό ήλιο να λάμπει μόνο για αυτήν, πάνω από κάθε λογής καταστήματα, που ενώ αντικρίζουν το χαρακτηριστικό γκρίζο όσων πλατειών απέκτησαν πρόσφατα στο υπέδαφός τους αποβάθρες και εκδοτήρια, ενώ δεν παραπέμπουν στα αλλοτινά πλατάνια, στα ζαχαροπλαστεία (σαν το «Κορονάντο» και το «Αλουέτ») ή στα ψαρομάγαζα της περιοχής, την ίδια στιγμή τής δίνουν τον δικό τους, σύγχρονο τόνο. Στην πραγματικότητα, η πλατεία Ελευθερίας είναι ίσως η πιο «σικάτη» της πόλης και διαμορφώθηκε όταν ο Κορυδαλλός βρισκόταν σε φάση ανάπτυξης.

Τα καλοκαιρινά βράδια, η πλατεία Ελευθερίας σφύζει από ζωή φιλοξενώντας όλες τις ηλικίες. Μπορεί να είναι η πιο «σικάτη» της πόλης, δεν είναι όμως η παλιότερη. Αναπτύχθηκε στη δεκαετία του ’70, όπως και ένα σημαντικό κομμάτι της αγοράς του Κορυδαλλού (φωτογραφίες ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ).

«Πάνω από την πλατεία υπήρχαν χωματόδρομοι που οδηγούσαν στα νταμάρια, στο Σχιστό του Κορυδαλλού. Η περιοχή κατοικήθηκε κυρίως από ναυτικούς. Κάποιες φτωχές οικογένειες εγκαταστάθηκαν επίσης στον Ανω Κορυδαλλό, όμως η χούντα τούς έδωσε “κίνητρα” ώστε να αφήσουν την περιοχή, η οποία έτσι άρχισε να οικοδομείται, να αποκτά σχολεία. Ωστόσο, δεν είχαν όλοι τη φιλοδοξία της αντιπαροχής και κάποια χαμηλά σπίτια, που φτάνουν έως τα παλιά πολυβολεία του ΝΑΤΟ, παρέμειναν. Η πλατεία Ελευθερίας και η εμπορική οδός Ταξιαρχών, που οδηγεί σε αυτήν, αναπτύχθηκαν τη δεκαετία του ’70», διηγείται ο παλιός Κορυδαλλιώτης και συνταξιούχος εκπαιδευτικός Δημήτρης Καλαποθαράκος. Στα νιάτα του, λέει, δημοφιλής ήταν η πλατεία Ελευθερίου Βενιζέλου (που στον πόλεμο χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας των Ιταλών), η πλατεία Μέμου (ένα άλλοτε κακόφημο στέκι, που μετονομάστηκε σε πλατεία Παγκόσμιας Ειρήνης) και η πλατεία Αγίου Γεωργίου. Τώρα πια, στην πλατεία Ελ. Βενιζέλου, πλάι σε ένα άγαλμα που στο βάθρο του έχει συνθήματα της τοπικής ομάδας της Προοδευτικής, θα συναντήσεις ηλικιωμένους που αναζητούν κάποιον σταθμό στο τρανζιστοράκι ή πιτσιρικάδες που χαζεύουν στο κινητό τους.

Η πλατεία Ελευθερίου Βενιζέλου, κατάλληλη για αναψυχή ανεξαρτήτως ηλικίας.

Η πλατεία Μέμου έχει «εξευγενιστεί», ενώ στην εμπορική οδό Ταξιαρχών θα δεις κομμώτριες να καπνίζουν πριν από το επόμενο ραντεβού, κρεοπώλες που γράφουν με κιμωλία τις ημερήσιες προσφορές, αλλά και συμβολαιογράφους, αρωματοποιούς, κοσμηματοπώλες, όλοι τους στεγασμένοι σε ισόγεια διώροφων, κυρίως, κτιρίων. Ισως δεν είναι τυχαίο που κάποτε, όποιος έμενε στο Κερατσίνι ή στη Νίκαια κι έβγαζε μερικά χρήματα ερχόταν να ζήσει εδώ, στο «Κολωνάκι του Πειραιά», όπως λένε οι παλιοί.

«Ο Κορυδαλλός διαθέτει πολύ καλή δομή και κατανομή ελεύθερων χώρων, με πολλές πλατείες σε μικρή ακτίνα, ενώ στο καλό του κλίμα οφειλόταν κάποτε και η ύπαρξη γηροκομείων. Τα διώροφα που είδατε σώθηκαν όπου δεν επικράτησε η αντιπαροχή, καθώς και εξαιτίας της κρίσης και της μείωσης του συντελεστή δόμησης», εξηγεί ο Ηλίας Σαμψών, συνταξιούχος αρχιτέκτονας και γέννημα-θρέμμα της πόλης. «Αν λοιπόν δεν υπήρχε η ταύτιση με τις φυλακές, ίσως να ήταν το καλύτερο προάστιο του Πειραιά».

«Επόμενη στάση, Κορυδαλλός», ακούν οι επιβάτες του μετρό από τον Ιούλιο, όταν επεκτάθηκε η γραμμή 3 προς Νίκαια. «Ο Κορυδαλλός έχει εργαζόμενο και μετακινούμενο πληθυσμό, όμως η πλατεία Ελευθερίας καταλαμβάνεται πλέον και από άλλες χρήσεις», παρατηρεί ο συνταξιούχος αρχιτέκτονας και παλιός Κορυδαλλιώτης, Ηλίας Σαμψών.

Να τα εκείνα τα στερεότυπα, η «προκρούστεια» λογική που λέγαμε πριν. Η ειρωνεία είναι ότι το κατάστημα κράτησης Κορυδαλλού χτίστηκε μεν στη δεκαετία του ’60, «σε ένα μέρος που οι μεγάλοι δεν μας άφηναν να πάμε γιατί ήταν βουνό, εξοχή», θυμάται ο Ηλίας Σαμψών, όμως κατόπιν η αστική ανάπτυξη «έφερε» τις φυλακές πλάι σε σχολεία και αθλητικά κέντρα. Ενα τμήμα τους πρόκειται να γίνει πάρκο, όμως, για πολλούς ντόπιους, το αστείο «μένεις στον Κορυδαλλό; Μέσα ή έξω;» έχει κουράσει. Για άλλους, όπως η Κορυδαλλιώτισσα συγγραφέας Βάσια Ακαρέπη, «οι φυλακές υπάρχουν, αλλά δεν είναι κάτι που μας απασχολεί από το πρωί έως το βράδυ».

Αποψη των φυλακών Κορυδαλλού, που ανεγέρθηκαν τη δεκαετία του ’60 και εγκαινιάστηκαν επισήμως το 1970.

Στο μπλογκ και στα σόσιαλ μίντια που διατηρεί, η Ακαρέπη εστιάζει στο κομμάτι της πόλης που αγαπάει, στη ζωηρή αγορά της ή στο θρυλικό σινεμά «Ακροπόλ» στην Ταξιαρχών, που έχει γίνει «Κωτσόβολος», αλλά οι περισσότεροι προτιμούν το παλιό όνομα. Ισως και στα άλλα τοπόσημα του Κορυδαλλού, όπως τα κατάφυτα Κανάρια με τα παντοπωλεία που πουλάνε γιαούρτι σε σακούλα, η ιστορική ταβέρνα του «Κουμπούρα» στη Σωκράτους, όπου σύχναζε ο Φραγκίσκος Μανέλης, το σουβλατζίδικο «Αγανάκτηση» στη Σερρών, όπου τη δεκαετία του ’50 ο κόσμος αγανακτούσε από τις μεγάλες ουρές, αλλά και το αρχοντικό Γεράκη με τις αρ ντεκό καμπύλες του.

Ιδού ένας Κορυδαλλός χωρίς όσα σε αναγκάζουν να βρεθείς πίσω από ψηλούς μαντρότοιχους, ένας Κορυδαλλός ζεστός τέτοιες μέρες, ακόμα και το βράδυ, όταν πλέον η πλατεία Ελευθερίας μοιάζει να έχει το φεγγάρι μόνο για αυτήν, όταν οι ηλικιωμένοι έχουν βρει επιτέλους σταθμό στο τρανζιστοράκι και οι πιτσιρικάδες έχουν πλέον πιάσει τα πατίνια. Σε έναν τέτοιο Κορυδαλλό, ακόμα και ο Προκρούστης φιλικός θα ήταν.

Λέσχη «Σινέ Παράδεισος» παρουσία του Τορνατόρε

Το «Σινέ Παράδεισος» (πρώην «Βίκτωρ» για τους παλιούς), που πήρε το όνομά του από το «Σινεμά ο Παράδεισος» του Τζουζέπε Τορνατόρε, ο οποίος έδωσε το «παρών» στα εγκαίνια.

Καλά το θρυλικό σινεμά «Ακροπόλ», με εκείνον τον παθιασμένο ιδιοκτήτη που πρόβαλε ταινίες ακόμα και αν οι περισσότεροι στρέφονταν στο Διαδίκτυο· γιατί όμως, άραγε, ο Κορυδαλλός έχει στην πολιτιστική ιστορία του καταγεγραμμένους τόσους άλλους κινηματογράφους; Το «Αστρον» και η «Αύρα» με τα γιασεμιά, που έγιναν πολυκατοικίες, η «Λούσυ», ένα λαϊκό σινεμά με «δύο έργα», το «Βίκτωρ» που έπαιζε φιλμ της «Φίνος», η «Πόπη» και η «Ελλη», που σήμερα στεγάζουν σούπερ μάρκετ, το «Ποπίκο» επίσης, είναι μερικοί από αυτούς.

Μνημείο Αντίστασης του γλύπτη Β. Δωρόπουλου στην πλατεία Ελευθερίας στον Κορυδαλλό

«Κάποτε ο Κορυδαλλός ήταν βουνό, στον πόλεμο είχε και αντάρτες», θυμάται ο Αχιλλέας Σίμος, παλιός Κορυδαλλιώτης και εκπρόσωπος της Κινηματογραφικής Λέσχης Κορυδαλλού. «Λόγω κλίματος συγκέντρωσε πολύ κόσμο μεταπολεμικά, λαϊκό κόσμο μεν, αλλά και με κάπως καλύτερα εισοδήματα. Η μόνη ψυχαγωγία λοιπόν, πέρα από τις ταβέρνες, ήταν τότε τα σινεμά, που αναπτύχθηκαν γρήγορα, μαζί με την αγορά και τις πρώτες καφετέριες». Η Κινηματογραφική Λέσχη Κορυδαλλού συστάθηκε το 1985, όταν μια ομάδα σινεφίλ Κορυδαλλιωτών έπεισε τον ανοιχτόμυαλο δήμαρχο Νίκο Θεμελή για τους καλούς σκοπούς της. Στεγάστηκε σε διάφορες αίθουσες και όταν έμαθε ότι πωλείται το παλιό «Βίκτωρ», στη γωνία Αγ. Γεωργίου και Ζάππα, που είχε μετατραπεί σε συνεργείο ή χαρτοπαικτική λέσχη, το διεκδίκησε επιτυχώς. Θέλησε να ονομάσει τον αποκατεστημένο κινηματογράφο «Σινέ Παράδεισος», από το «Σινεμά ο Παράδεισος» του Τζουζέπε Τορνατόρε, επειδή όμως κάποιοι δημοτικοί σύμβουλοι διαφωνούσαν, η ομάδα προσπάθησε να τους μεταπείσει ανακοινώνοντας ότι στα εγκαίνια θα ερχόταν ο ίδιος ο σκηνοθέτης. «Ο Σπέντζος, που είχε τη διανομή, είπε ότι είμαστε τρελοί. Ομως εμείς βρήκαμε τη διεύθυνση της μητέρας του Τορνατόρε στη Σικελία, γράψαμε μια πολύ ωραία επιστολή για την ιστορία της λέσχης και του Κορυδαλλού κι έτσι, τον Αύγουστο του ’89 ο Τορνατόρε ήρθε, σε μια εκδήλωση όπου είχαν παρευρεθεί ο Αγγελόπουλος, ο Βούλγαρης κ.ά.» διηγείται γελώντας ο Αχιλλέας Σίμος.

Του Νικόλα Ζώη από το : kathimerini.gr

Share to Any ...